Δολοφονία Γλυκά Νερά: Μετανιωμένος εμφανίστηκε στον ανακριτή ο 33χρονος πιλότος κατά την απολογία, αλλά ζήτησε να μην προφυλακιστεί, καθώς -όπως φέρεται να είπε- «ουδεμία προπαρασκευαστική ενέργεια έχω πράξει για να διευκολύνω τη φυγή μου αλλά αντιθέτως οποτεδήποτε εκλήθην από τις αρχές παρουσιάστηκα αυτοβούλως και αμέσως χωρίς να δημιουργήσω το παραμικρό πρόβλημα ή να παρακωλύσω τη ποινική διαδικασία». Στο 8σελιδο υπόμνημα του ο προφυλακιστέος πλέον κατηγορούμενος επέμεινε στο αίτημα του να μην προφυλακιστεί, λέγοντας: «Επίσης ουδέποτε στο παρελθόν υπήρξα φυγόποινος ή φυγόδικος, έχω μόνιμο και σταθερό εισόδημα και σε καμία περίπτωση δεν βαρύνομαι με παραβίαση περιορισμών διαμονής ή απόδραση ούτε αμετάκλητες καταδίκες για ομοειδείς ή και άλλες αξιόποινες πράξεις».
«Κατέστρεψα τη ζωή μου και την οικογένεια μου»
Ο κατηγορούμενος δήλωσε μετά ο μετανιωμένος για την πράξη του, ενώ φέρεται να δήλωσε: «Έχω μετανιώσει πραγματικά για την πράξη μου αυτή. Κατέστρεψα τη ζωή μου και την οικογένειά μου. Έχω πλήρη γνώση πως η συγνώμη είναι μια πολύ μικρή λέξη και σε καμία περίπτωση δεν αρκεί για να απαλύνει το πόνο που προκάλεσα». Στη συνέχεια αναφέρθηκε στη γνωριμία του με το θύμα το καλοκαίρι του 2017 στην Αλόννησο, όπου η μητέρα του είχε βρεθεί εκεί ως καθηγήτρια. «Εγώ στο νησί έζησα από τα 10 έως τα 14 μου έτη όπου και αγοράσαμε ένα σπίτι με την ιδιότητα της θερινής κατοικίας οπότε και επισκεπτόμουν το νησί συχνά. Η Caroline έμενε μόνιμα στο νησί, όπου και ήτο μαθήτρια. Εγώ εργαζόμουν ως πιλότος ελικοπτέρου σε ιδιωτική εταιρεία και ως εκ τούτου επισκεπτόμουν αρκετά συχνά με το ελικόπτερο – αλλά και με οιονδήποτε άλλο τρόπο – το νησί για να τη δω. Αποφασίσαμε να παντρευτούμε το Σεπτέμβριο του 2018 και ο γάμος πραγματοποιήθηκε στις 15 Ιουλίου 2019, ανήμερα της επετείου της γνωριμίας μας στη Πορτογαλία. Το σπίτι μας στα Γλυκά Νερά το επιλέξαμε τον Απρίλιο του 2019, πριν το γάμο μας και αρχίσαμε να κατοικούμε εκεί από τον Ιούνιο» είπε ο κατηγορούμενος. Ο ίδιος αναφέρθηκε στην ατυχή εγκυμοσύνη της, περιγράφοντας ότι «λίγες εβδομάδες αφού παντρευτήκαμε η Caroline έμεινε έγκυος. Η ιδέα αυτού του παιδιού θα ολοκλήρωνε την οικογένεια και την ευτυχία μας. Δυστυχώς στους τρεις μήνες εγκυμοσύνης η Caroline απέβαλλε και έκτοτε η συμπεριφορά της άρχιζε σταδιακά να μεταβάλλεται. Το Φθινόπωρο του ίδιου έτους μένει για δεύτερη φορά έγκυος στη Λυδία μας, …. Όπως κάθε γονιός νιώθει αμέριστη αγάπη για το παιδί του έτσι και μένα η Λυδία ειδικά και μετά τις περιπέτειες της υγείας της είναι το πιο σημαντικό πρόσωπο στον κόσμο και η αγάπη που νιώθω για αυτή δεν μου είναι δυνατόν να τη περιγράφω με λόγια». Ο καθ’ ομολογία δολοφόνος της συζύγου του, χαρακτήρισε «καταλυτικό» στην συμπεριφορά της Καρολάιν το γεγονός της απώλειας του πρώτου παιδιού. «Από εκείνο το χρονικό σημείο άρχισε να παρουσιάζει επιθετικές εξάρσεις και ξεσπάσματα απέναντί μου. Για να μπορέσουμε να διαχειριστούμε την εν λόγω κατάσταση της πρότεινα να επισκεφθούμε μια ψυχολόγο προκειμένου να σώσουμε την οικογένειά μας. Στην αρχή η Caroline δέχθηκε και ήταν τυπική απέναντι στις συνεδρίες, όμως σταδιακά άρχισε να βρίσκει διάφορες δικαιολογίες και εν τέλει τη σταμάτησε. Η ψυχολογία της παρουσίαζε συνεχώς μεταπτώσεις». Αναφερόμενος στην ημέρα του φόνου, ο κατηγορούμενος επανέλαβε ότι συνέβησαν όσα περιέγραψε και στην αστυνομία, επιμένοντας ότι δεν προσχεδίασε το έγκλημα. «Ως προς τη μέρα του τραγικού γεγονότος το οποίο αναλυτικά περιέγραψα και στις αστυνομικές αρχές κατά το στάδιο της προανάκρισης, θα ήθελα να αναφέρω ουδέποτε το είχα προσχεδιάσει και δεν υπήρχε κανένα απολύτως κίνητρο. Έτερα γεγονότα πυροδότησαν την κατάσταση, καθώς τίποτα δεν είχε προαποφασιστεί. Και πάλι ζητώ συγνώμη και θα ήθελα να επισημάνω ότι σκέψη μου και γνώμονας για ό,τι μετέπειτα συνέβη ήταν η μονάκριβη κόρη μου». Κλείνοντας το απολογητικό του υπόμνημα υποστήριξε ότι «απουσιάζουν οι ενδείξεις ενοχής μου για τα αδικήματα που κατηγορούμαι, που είναι η πρώτη και η ουσιωδέστερη από τις προϋποθέσεις του νόμου που πρέπει να συντρέχει για να είναι δυνατόν να επιβληθεί η προσωρινή κράτηση μου».