Το «μαύρο χρήμα», ο «εκμαυλισμός» των Στρατηγών της ΕΛ.ΑΣ. και η αναγκαία λύση;

Δημοσίευμα αρχείου σε ηλεκτρονική έκδοση μας θυμίζει το γνωστό φιάσκο της ΕΛ.ΑΣ. στην οδό Λ. Ριανκούρ τον Μάρτιο 1992 και τα χρήματα (δεκατρία εκατομμύρια δραχμές) που φέρεται να δόθηκαν σε πληροφοριοδότη (η ίδια το αρνήθηκε, αφού ακολουθήθηκε η μεθοδολογία των λύτρων στις απαγωγές), όπως κατατέθηκε (από πρώην Αρχηγό) στο δικαστήριο στη δίκη της 17Ν. Κατά την άποψη κατηγορουμένου κύκλωμα αστυνομικών εκμεταλλεύτηκε την υπόθεση, με σκοπό να «τσεπώσουν» τα εκατομμύρια των μυστικών κονδυλίων. Ο πρόεδρος του δικαστηρίου εξέφρασε την απορία για τον τρόπο δράσης της ΕΛ-ΑΣ (βλ. ιδίως ΤΑ ΝΕΑ 21-5-2003, BBCGreek 20-5-2003, in.gr 24-5-2005).

Ως γνωστόν είναι διεθνής η πρακτική των αστυνομιών να χρησιμοποιούν πληροφοριοδότες. Επίσης αποτελεί συνηθισμένη αστυνομική πρακτική η ανακριτική διείσδυση-συγκεκαλυμμένη δράση και η αστυνομική παγίδευση. Οι εν λόγω δράσεις χρηματοδοτούνται από μυστικά κονδύλια, με αποτέλεσμα να διατυπώνονται κατά καιρούς σοβαρές ενστάσεις, εξαιτίας και της αδιαφάνειας στη διαχείριση. Η πρακτική αυτή κινείται στα όρια της νομιμότητας, διχάζει αστυνομικούς, δικαστικούς και νομικούς και πρέπει να ακολουθείται με φειδώ σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις.

Στο πλαίσιο αυτό και στη χώρα μας εγγράφονται μυστικά κονδύλια («έξοδα ασφαλείας»). Στην ΕΛ-ΑΣ τη διαχείριση και τον απόλυτο έλεγχο έχει ο Αρχηγός, χωρίς όμως να υπάρχει ξεκάθαρο πλαίσιο. Η κατανομή γίνονταν (και προφανώς γίνεται), κυρίως στα ανώτατα στελέχη δημόσιας τάξης με βάση το βαθμό και τη θέση ευθύνης και ανεξάρτητα αν πρόκειται για Μάχιμη Υπηρεσία (στα Τμήματα Ασφαλείας μάλλον δεν φθάνουν) ή Μονάδα Διοικητικής Υποστήριξης, ανά τρίμηνο με απλή απόδειξη και με τη «διαβεβαίωση», ότι καταναλώθηκαν για τον σκοπό που προορίζονται. Αποτελεί δηλαδή «κοινό μυστικό», ότι στην πράξη τα χρήματα αυτά δε διατίθενται για το σκοπό για τον οποίον εγγράφονται. Και είναι τελικά ζητούμενο, ποιος είναι αυτός;

Τα ποσά είναι καταρχήν συγκεκριμένα και σχεδόν έχουν λάβει τη μορφή πρόσθετων τακτικών αποδοχών και μάλιστα χωρίς να εμφανίζονται στα δηλούμενα εισοδήματα των φυσικών προσώπων. Πρόκειται δηλαδή για «μαύρο χρήμα». Η εν λόγω πρακτική έχει διαμορφωθεί ύστερα από μακροχρόνια εφαρμογή και αποτελεί κοινή αντίληψη των αστυνομικών, ότι μπορεί να διατίθενται «εν λευκώ», γιατί αποτελούν μπόνους ή επίδομα. Τέτοια είναι η πεποίθηση, ώστε Στρατηγοί-Αρχηγοί, πριν από πολλά χρόνια, φέρεται να ζήτησαν βεβαίωση, ότι λαμβάνουν «έξοδα ασφαλείας», προκειμένου να δικαιολογήσουν ελεγχόμενα ποσά και το «πόθεν έσχες».

Εξάλλου στους αστυνομικούς χορηγείται πέραν της ηθικής αμοιβής και υλική αμοιβή μέχρι δύο μηνιαίους μισθούς για εξαίρετη δραστηριότητα (καταγγελίες για «κακοδιαχείριση» περιλαμβάνονται και στο βιβλίο του Κ. Τσαρούχα «Η Διεθνής των Ναρκωτικών», εκδ. Δωδώνη 1989 ). Επίσης για την παροχή πληροφοριών που θα οδηγήσουν στην εξιχνίαση σοβαρών εγκλημάτων μπορεί να προκηρύσσονται χρηματικές αμοιβές (άρθ. 39 ν. 1481/1984).

Όμως το σοβαρότερο πρόβλημα είναι, ότι ελαττώνει τις «αντιστάσεις» των στελεχών, τα καθιστά ευάλωτα, αφού η χορήγησή τους αποτελεί μοχλό πίεσης αν όχι «εκμαυλισμού» («εξαγοράς συνειδήσεων»). Είδαμε Ηγεσία να μην αντιδρά στο νόμο για τη «διάλυση» της ΕΛ-ΑΣ (τον Υπαρχηγό, που διαφώνησε, τον «έδιωξαν»), προκειμένου να παραμείνει στη θέση της και να εισπράττει τα «έξοδα ασφαλείας», που είναι πολλαπλάσια του μισθού!!! Με τα ως άνω δεδομένα ερωτάται αν μπορεί, στις κρίσεις η Ιεραρχία, να αρνηθεί να προσυπογράψει τις άνωθεν «επιθυμίες» και να κάνει αξιοκρατικές προαγωγές;;;

Ο Υπουργός συμμετέχει στην όλη διαδικασία και είναι συναρμόδιος για την κατάρτιση του προϋπολογισμού (άρθρο 20 του ν.1481/1984). Κάποτε Υπουργός φέρεται να πήρε προκαταβολικά όλα τα ποσά και λόγω της αιφνίδιας αλλαγής δεν έμειναν για τον επόμενο. Άλλος φρόντισε να αυξηθούν οι πιστώσεις, ενώ τρίτος αρνήθηκε να παραλάβει το φάκελο με τα χρήματα, που του «έδινε» ο Αρχηγός. Όλα τα παραπάνω δείχνουν, ότι επικρατεί αδιαφάνεια, σύγχυση και χάος. Και προκαλούν τη λογική και την αξιοπιστία των θεσμών.

Κατά συνέπεια είναι αναγκαία η περικοπή των δαπανών, η αλλαγή του τρόπου διαχείρισης και ένα ξεκάθαρο πλαίσιο, στο οποίο οπωσδήποτε θα απαιτείται να αναφέρονται, ποιες σοβαρές υποθέσεις «χρηματοδοτήθηκαν» και εξιχνιάσθηκαν και να υπάρχουν τα σχετικά στοιχεία. Ειδικότερα θα προηγείται συγκεκριμένη αναφορά του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας και έγκριση από ειδικό ad hoc Συλλογικό Όργανο. Σε κατεπείγουσες περιπτώσεις μπορεί καταρχήν η έγκριση να δίνεται από τον Αρχηγό. Κατόπιν αυτών είναι αυτονόητο, ότι η μοιρασιά (και το «φαγοπότι») τερματίζεται.

Το κείμενο εστάλη στο inbox του policenews.gr από τον Αντιστράτηγο ΕΛ.ΑΣ. ε.α. κ. Ν. Μπλάνη

Νικόλαος Αθ. Μπλάνης

Αντιστράτηγος Αστυνομίας ε.α., Επίτιμος Προϊστάμενος Κλάδου Οργάνωσης και Ανθρώπινου Δυναμικού Α.Ε.Α./Υ.Δ.Τ., Πτυχιούχος Νομικής Σχολής Αθηνών