Το «δικαίωμα των πολιτών στην ασφάλεια» και η αστική ευθύνη του Κράτους από «παραλείψεις» της αστυνομικής δύναμης

1. Παρατηρήσαμε τελευταία τις αστυνομικές δυνάμεις, είτε να μην προβαίνουν στην διενέργεια συλλήψεων, ιδίως σε συγκεντρώσεις-διαμαρτυρίες, είτε να δηλώνουν ότι δεν μπορούν να εγγυηθούν την ασφάλεια των πολιτών, ιδίως στις αθλητικές (ποδοσφαιρικές) εκδηλώσεις. Το Σύνταγμα εγγυάται την προστασία των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών. Υπάρχει όμως, άραγε, «δικαίωμα των πολιτών στην ασφάλεια» κατά το Σύνταγμα; Βεβαίως η ασφάλεια αποτελεί αυτονόητη προϋπόθεση για την ακώλυτη άσκηση και απόλαυση όλων των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η δε εγγύηση της ασφάλειας από την πολιτεία αποτελεί το ελάχιστο αντιστάθμισμα για την απαγόρευση της αυτοδικίας. Επιπλέον θεωρείται ότι ελευθερία και ασφάλεια αποτελούν τις δύο όψεις ενός και του αυτού νομίσματος, αφού και οι δύο εγγυώνται το απαραβίαστο βασικών εννόμων αγαθών που πρέπει να προστατεύονται, δηλ. η μεν ελευθερία την προστασία από προσβολές της κρατικής εξουσίας, η δε ασφάλεια από προσβολές τρίτων.

2. H Ελληνική Αστυνομία ως γνωστόν έχει ως αποστολή την εξασφάλιση της δημόσια ειρήνης και ευταξίας και της απρόσκοπτης κοινωνικής διαβίωσης των πολιτών και την πρόληψη και καταστολή του εγκλήματος (άρθρο 11 ν. 4249/2014). Εξάλλου το Δημόσιο υποχρεούται σε αποζημίωση για τις παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που του έχει ανατεθεί, εκτός αν η πράξη ή παράλειψη έλαβε χώρα κατά παράβαση διάταξης που έχει τεθεί αποκλειστικά για χάρη του γενικού συμφέροντος (105 Εισ. ΝΑΚ.).

3. Ειδικότερα, το Κράτος θεωρείται πλέον, ότι έχει τη νομική υποχρέωση να εξασφαλίζει στους πολίτες του συνθήκες ασφάλειας τέτοιες, ώστε να μπορούν αυτοί να έχουν την απρόσκοπτη απόλαυση ορισμένων βασικών, έστω, αγαθών τους, προστατευόμενοι από προσβολές τρίτων, όπως και από προσβολές κρατικών οργάνων. Εάν το Κράτος δεν ανταποκριθεί σε αυτή του την υποχρέωση χωρίς να συντρέχουν λόγοι ανωτέρας βίας, χωρίς δηλ. να συντρέχουν εξαιρετικά γεγονότα που να δικαιολογούν την αδυναμία της κρατικής εξουσίας να εξασφαλίσει την απόλαυση αυτών των αγαθών, τότε υπάρχει για το Κράτος υποχρέωση αποζημίωσης. Έγινε, έτσι, δεκτό από τη Νομολογία των Δικαστηρίων μας, ότι έπρεπε να τύχουν αποζημίωσης περιπτώσεις πολιτών που ενώ είχαν νόμιμη άδεια υλοτομίας, δεν μπόρεσαν να πραγματοποιήσουν την υλοτόμηση λόγω αντιδράσεων των περιοίκων (που διεκδικούσαν δικαιώματα επί του δάσους) και αδράνειας της εκεί αστυνομικής αρχής να παρεμποδίσει τα επεισόδια (ΑΠ 1616/1981). Επίσης, επιδικάσθηκε αποζημίωση στην περίπτωση μιας ανώνυμης εταιρείας, τα εμπορεύματα της οποίας καταστράφηκαν από εμπρησμό στις αποθήκες του Τελωνείου Αθηνών, όπου φυλάσσονταν προσωρινά (ΣτΕ 2635 και 2636/1996), καθώς και στην περίπτωση ενός ιδιώτη, ο οποίος τραυματίσθηκε, με ταυτόχρονη βλάβη του χωματουργικού του μηχανήματος, από έκρηξη παλαιού βλήματος (βόμβας), την ώρα που ασχολείτο με την εκτέλεση δημοσίου έργου σε αεροπορική βάση ( ΣτΕ 347/1997).

4. Χρήσιμο είναι να αναφερθούν εδώ και δύο άλλες περιπτώσεις, που ενδιαφέρουν τον πολίτη αμεσότερα, αφού αφορούν αποζημίωση για καταστροφή καταστημάτων ή και των εμπορευμάτων τους κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων. Στην πρώτη από τις αποφάσεις αυτές (Διοικ.Εφ.Αθ. 2966/1997), έγινε ρητά δεκτό ότι κατά ερμηνεία του Οργανισμού του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης (άρθ. 4 παρ.1 και 3 ν. 1481/1984), «οι αστυνομικές αρχές, οι οποίες έχουν ως καθήκον τη διαφύλαξη της κοινωνικής γαλήνης και ηρεμίας και την προστασία των πολιτών και των δικαιωμάτων τους, οφείλουν να λαμβάνουν τα αναγκαία και αποτελεσματικά μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται η εκπλήρωση της αποστολής τους» και ότι «εάν από πράξεις ή παραλείψεις παράνομες των αστυνομικών αρχών, που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια δημόσιων συγκεντρώσεων, διαδηλώσεων, απεργιών κ.λ.π., προξενήθηκαν σε πολίτες ζημίες (υλικές ή ηθικές), το Δημόσιο ευθύνεται σε αποζημίωση κατά το άρθρο 105». Ωστόσο, στη συγκεκριμένη περίπτωση το Δικαστήριο (με πλειοψηφία) έκρινε ότι η επιλογή των ενδεδειγμένων μέτρων προς αποτροπή των ζημιών ανήκε στη διακριτική ευχέρεια των αστυνομικών οργάνων και θεώρησε ότι έπρεπε να απορριφθεί η αξίωση του ιδιώτη – καταστηματάρχη για αποζημίωση, με το σκεπτικό ότι «ο εκκαλών δεν απέδειξε με κάποιο πείθον στοιχείο ότι τα αστυνομικά όργανα κατά το χρόνο των ανωτέρω επεισοδίων δεν είχαν λάβει τα κατάλληλα μέτρα προς διαφύλαξη της τάξεως και αποτροπής ζημιών στα καταστήματα της περιοχής από μέρους των ταραξιών». Εξάλλου, στη δεύτερη από τις αποφάσεις αυτές (υπ’ αριθ. 1044/1999 του 9ου Τρ. Διοικ. Πρωτ. Πειραιά) επισημάνθηκε ιδιαίτερα ότι το Δημόσιο [τότε μόνον] δεν ενέχεται σε αποζημίωση για παραλείψεις των αστυνομικών οργάνων προς προστασία των πολιτών και της περιουσίας τους και προς τήρηση της δημόσιας ειρήνης και ευταξίας, «όταν πρόκειται για γεγονότα που υπερβαίνουν τις δυνατότητες της αστυνομικής ικανότητας, και εφ’ όσον τα αστυνομικά όργανα έπραξαν ο,τιδήποτε αντικειμενικώς δυνατόν για την προστασία της περιουσίας και της ζωής των πολιτών». Μάλιστα, σε αντίθεση με το σκεπτικό της προηγούμενης απόφασης, το Δικαστήριο θεώρησε εδώ ότι η λήψη των αστυνομικών μέτρων δεν εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια της αστυνομίας, αλλ’ αποτελεί, λόγω της φύσεως των απειλουμένων συνταγματικών δικαιωμάτων των πολιτών (π.χ. ιδιοκτησία), «δέσμια υποχρέωση των αρχών της δημόσιας τάξης». Υπό τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο, στηριζόμενο σε σχετική έκθεση της Διεύθυνσης Αστυνομίας Πειραιά, έκρινε ότι οι ζημιές που προκλήθηκαν σε κατάστημα συνεπεία ταραχών από εξαγριωμένους οπαδούς ποδοσφαιρικής ομάδας έπρεπε να αποτελέσουν τη βάση για επιδίκαση αποζημίωσης προς όφελος του καταστηματάρχη. Ειδικότερα, θεωρήθηκε ότι τα όργανα της Αστυνομίας παρέλειψαν να λάβουν επαρκή προληπτικά μέτρα αστυνόμευσης του χώρου της συγκέντρωσης, μολονότι η συγκέντρωση ήταν γνωστή εκ των προτέρων και είχαν δημιουργηθεί ανάλογα επεισόδια σε παρόμοιες συγκεντρώσεις κατά το παρελθόν, καθώς και ότι τα όργανα αυτά δεν έδρασαν, μετά την εκδήλωση των επεισοδίων, έγκαιρα και αποφασιστικά, ώστε να αποτρέψουν ή να περιορίσουν τις καταστροφές.

5. Εξάλλου, σύμφωνα με την 1112/1997 απόφαση Διοικ.Εφ.Αθηνών (που αφορούσε πρόκληση ζημιών και καταστροφή ειδών καταστήματος κατά τα επεισόδια έξω από το Πολυτεχνείο την 18 και 19-11-1985), οι αστυνομικές δυνάμεις κατά την αντιμετώπιση ταραχών έχουν ευχέρεια να κρίνουν πότε, με ποιο τρόπο και με ποια μέσα θα ενεργήσουν για την αποκατάσταση της τάξης ή για να αποτρέψουν καταστροφές ή να συλλάβουν πρόσωπα σταθμίζοντας σε περίπτωση ανάγκης προστασίας συγχρόνως πολλών διαφορετικών αγαθών (τάξης, ζωής, περιουσίας κ.λ.π.) τα αγαθά που πρέπει πρωτίστως να προστατευθούν. Όμως και στην περίπτωση αυτή το Δημόσιο ευθύνεται σε αποζημίωση για την παράλειψη των οργάνων του να προστατεύσουν από προσβολές σε αγαθά που κατά την αντίληψη της αστυνομικής ή άλλης αρμόδιας αρχής έρχονται σε δεύτερη σειρά στην ιεράρχισή της, κατά την κρίση της προστασίας.

6. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με την υπ΄ αριθ. 706/28-10-98 απόφασή του (Οσμάν κατά Ηνωμένου Βασιλείου) έκανε σημαντική μεταβολή στη μέχρι τότε νομολογία σχετικά με τις ευθύνες των αστυνομικών, όταν επιδεικνύουν αμέλεια ή ανικανότητα κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, που ήθελε τον κανόνα, ότι αγωγές κατά της αστυνομίας για αμέλεια στην έρευνα και καταστολή του εγκλήματος, δεν είναι παραδεκτές, για λόγους δημόσιας τάξης. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκανε δεκτή την προσφυγή κρίνοντας ότι οι κανόνες δεν πρέπει να δημιουργούν στεγανά και πλήρη ασυλία για τις πράξεις και τις παραλείψεις των αστυνομικών οργάνων. Το Δικαστήριο δικαίωσε δύο πολίτες (μητέρα και γιό) που προσέφυγαν, επιδικάζοντάς τους αποζημίωση 10.000 λιρών, θεωρώντας ότι η απόρριψη, από αγγλικό εφετείο, για λόγους δημόσιας τάξης, αγωγής κατά της αστυνομίας, παραβιάζει το άρθρο 6 παρ. 1 της Σύμβασης της Ρώμης, σχετικά με το δικαίωμα πρόσβασης στο δικαστήριο. Οι αστυνομικές αρχές κατηγορήθηκαν ότι δεν πήραν τα αναγκαία μέτρα για να ερευνήσουν τις συνεχείς καταγγελίες και ενδείξεις σεξουαλικής παρενόχλησης ενός 14χρονου αγοριού, του Τουρκοκύπριου Αχμέτ Οσμάν, από έναν καθηγητή του, ο οποίος κατάφερε τελικά να πραγματοποιήσει τις απειλές του, σκοτώνοντας τον πατέρα του παιδιού και το γιό του βοηθού διευθυντή του σχολείου.

Το κείμενο αναρτήθηκε στη σελίδα στο fb του policenews.gr από τον Αντιστράτηγο ΕΛ.ΑΣ. ε.α. κ. Ν. Μπλάνη*

Νικόλαος Αθ. Μπλάνης
Αντιστράτηγος Αστυνομίας ε.α.
Επίτιμος Προϊστάμενος Κλάδου Οργάνωσης
και Ανθρώπινου Δυναμικού Α.Ε.Α./Υ.Δ.Τ.
Πτυχιούχος Νομικής Σχολής Αθηνών