Ο φορμαλισμός στην εφαρμογή του νόμου ακυρώνει την ουσία και διευρύνει το χάσμα Αστυνομίας-Κοινωνίας

Δεν σηκώνει «μύγα»  στο… μπλοκάκι της η Αστυνομία σε ό,τι αφορά την απαγόρευση κυκλοφορίας lockdown εξαιτίας του covid-19. Ωστόσο μερικές φορές η αυστηρότητα εξαντλείται στην τυπολατρία και στον φορμαλισμό και όχι στην ουσία. Μερικές φορές δηλαδή τα αρμόδια  όργανα  «διυλίζουν τον κώνωπα και καταπίνουν την κάμηλον». Τέτοια περιστατικά βλέπουν συχνά το φως της δημοσιότητας.  Θα αναφέρουμε μερικά, τα οποία καταρχήν εκλαμβάνουμε ως υποθέσεις εργασίας (case studies), αφού δεν γνωρίζουμε, ότι δεν πρόκειται για fake news. Σύμφωνα με τα Μ.Μ.Ε. λοιπόν… «οργή – αν μη τι άλλο – προκαλεί η είδηση από τη Θεσσαλονίκη, πως βεβαιώθηκε πρόστιμο  σε άστεγο  στα Γιαννιτσά με την αιτιολογία της «μετακίνησης πεζού στερούμενου βεβαίωσης σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή».  

Σε άλλη περίπτωση, στα social media,  viral έχει γίνει ένα χειρόγραφο σημείωμα για μετακίνηση μίας γυναίκας, η οποία ως χήρα ήθελε να επισκεφθεί το νεκροταφείο με τον κωδικό 6. Οι αστυνομικοί της «έκοψαν» πρόστιμο, διότι δεν προβλέπεται μετακίνηση σε νεκροταφείο.

Επίσης πρόστιμο  «έφαγε» την 10-11-2020  ένας 33χρονος υπόδικος, γιατί εντοπίστηκε σε τυχαίο έλεγχο να έχει βγει στο δρόμο, χωρίς να έχει έντυπη ή ηλεκτρονική βεβαίωση μετακίνησης, ενώ είχε νομική υποχρέωση, από ανακριτική πράξη, να μεταβαίνει 3 φορές  ( 1η,10η και 20η του μήνα) στο Αστυν. Τμήμα.  Ο 33χρονος θεωρούσε (σ.σ. που συνιστά  νομική πλάνη) πως, διαθέτοντας την ανακριτική πράξη από την οποία προέκυπτε υποχρέωση  μετάβασης στο Τμήμα, ήταν καλυμμένος.  Ο συνήγορός του  ανέφερε πως πρόκειται για ένα πραγματικό περιστατικό, που μπορεί εύλογα να δημιουργήσει αγανάκτηση στο μέσο πολίτη. Η ιδιαίτερη νομική υποχρέωση παρουσίασης στο Τμήμα, που αποτελεί δικαστική απαίτηση, δεν ήταν αρκετή για να αποφύγει το πρόστιμο, παρά το γεγονός, ότι έφερε τη σχετική ανακριτική διάταξη, που του επέβαλε την μετακίνηση.

Το ερώτημα που τίθεται είναι: Πότε γίνεται ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου κατά την άσκηση της αστυνομικής εξουσίας;  Το κρίσιμο ζήτημα είναι απλώς η συμπλήρωση  της δήλωσης-βεβαίωσης (τύπος)  ή ο περιορισμός των μετακινήσεων, του συγχρωτισμού και της μετάδοσης του ιού (ουσία); Πως ένας άνθρωπος, ο οποίος δεν έχει καν σπίτι, θεωρείται παραβάτης των μέτρων. Η χήρα  αν επικαλούνταν «ατομική σωματική άσκηση» θα ήταν εντάξει; Μήπως προκαλούμε τους πολίτες να  «κατασκευάζουν» δικαιολογίες-λόγους μετακίνησης; Τι παραπάνω θα πρόσφερε το sms ή η βεβαίωση στην περίπτωση του υπόδικου; Είναι δεδομένο πως ο φορμαλισμός καμία φορά μπορεί να οδηγήσει σε παράδοξα αποτελέσματα, με αποτέλεσμα ο πολίτης να νιώθει αδικημένος από τη συμπεριφορά των  οργάνων  του Κράτους και έτσι να διευρύνεται το χάσμα Αστυνομίας-Κοινωνίας. Γι΄αυτό πρέπει να επικρατεί  η λογική και η επιείκεια σε τέτοιου είδους περιπτώσεις.

Επιβάλλεται λοιπόν η εφαρμογή των αρχών της επιείκειας και της χρηστής διοίκησης. Η αρχή της επιείκειας αποτελεί ειδική εκδήλωση της αρχής της χρηστής διοίκησης, υπό την έννοια της προστασίας των δικαιωμάτων των διοικούμενων, κυρίως των οικονομικώς πιο αδύναμων. Η αρχή της επιείκειας εφαρμόζεται ιδιαιτέρως όταν η διοίκηση πρόκειται να λάβει επαχθή μέτρα για τον πολίτη. Η αρχή της χρηστής διοίκησης υποχρεώνει τα διοικητικά όργανα να ασκούν τις αρμοδιότητές τους με βάση το περί δικαίου αίσθημα, με αναλογικότητα και επιείκεια και στο πλαίσιο της αρχής της νομιμότητας. Επιπλέον η ερμηνεία των κανόνων δικαίου πρέπει να διέπεται από τη λογική, να μην  εξαντλείται στο γράμμα του νόμου, αλλά να υπακούει στο πνεύμα του νομοθέτη και στο σκοπό (ratio), που ο κανόνας εξυπηρετεί. 

Ειδικότερα στις Οργανικές Διατάξεις και Κανονισμούς της Αστυνομίας περιγράφονται πολλές περιπτώσεις, στις οποίες τα Όργανα της Αστυνομίας πρέπει να τηρούν τις αρχές της επιείκειας και αναλογικότητας, όπως κατά τη μη δέσμευση των μεταγομένων  γέρων, ανήλικων, κληρικών, ανάπηρων κ.α.(άρθ.147 του π.δ.141/91), κατά τη μη σύλληψη για ασήμαντο αυτόφωρο πλημμέλημα, όταν απειλείται η πρόκληση σοβαρότερων αξιόποινων πράξεων κ.λ.π. (αρθ.119 επ. του ιδίου π.δ.), κατά την παραβατικότητα ανηλίκων, όπου, για μη χαρακτηριστικές πταισματικές παραβάσεις αυτών, πρέπει αντί της υποβολής μήνυσης να απευθύνονται συστάσεις και νουθεσίες  στους ίδιους και τους οικείους τους (άρθ.97 του ιδίου π.δ.), κατά την προστατευτική φύλαξη αντί της σύλληψης μεθυσμένου επικίνδυνου για τη δημόσια τάξη (άρθρ.110 του ιδίου π.δ.), κατά την εξακρίβωση στοιχείων, που θα αρκούσε για την άσκηση προληπτικής αστυνόμευσης, αντί της σύλληψης και προσαγωγής κ.ο.κ.

Το ζήτημα επομένως που προκύπτει είναι, αν τα Όργανα της Αστυνομίας έχουν την «αστυνομική παιδεία» να αντιληφθούν και να εφαρμόσουν τις  ανωτέρω  Αρχές, ιδίως  όσα εξ αυτών δεν έχουν φοιτήσει καν στις Αστυνομικές Σχολές και δεν έχουν διδαχθεί Αστυνομικό κ.λ.π. Δίκαιο, ώστε να μη «διυλίζουν τον κώνωπα και καταπίνουν την κάμηλον»!

Το κείμενο εστάλη στο inbox του policenews.gr από τον Αντιστράτηγο ΕΛ.ΑΣ. ε.α. κ. Ν. Μπλάνη

Νικόλαος Αθ. Μπλάνης

Αντιστράτηγος Αστυνομίας ε.α., Επίτιμος Προϊστάμενος Κλάδου Οργάνωσης και Ανθρώπινου Δυναμικού Α.Ε.Α./Υ.Δ.Τ., Πτυχιούχος Νομικής Σχολής Αθηνών