Αφιέρωμα στους θρύλους των “Ζ”ητάδων – Ο “Αρχηγός”, οι καταδιώξεις και το “κρυφτό” με τον θάνατο

Ήταν 17 Φεβρουαρίου του 1979, όταν η ηγεσία της τότε Αστυνομίας Πόλεων αντιλήφθηκε ότι για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας απαιτούνταν άμεση επέμβαση δημιουργώντας την ομάδα των “Ζ”ητάδων

Τα αργά και δυσκίνητα περιπολικά δεν ήταν εύκολο να φτάσουν έγκαιρα στα σημεία των συμβάντων. Χρειαζόταν μια γρήγορη και ευκίνητη μονάδα. Έτσι γεννήθηκε η ομάδα «Ζ» με τις γρήγορες μηχανές, που έμελλε να γίνει θρύλος!

Αρχικά η ομάδα αναπτύχθηκε πιλοτικά στον νομό Αττικής. Η αποτελεσματικότητά της και οι επιτυχίες της, όμως, συνετέλεσαν στην ίδρυση παρόμοιων ομάδων σε όλη την Ελλάδα.

 

Η ομάδα «Ζ» διατηρήθηκε ως μια από τις πιο μάχιμες υπηρεσίες και μετά την ενοποίηση Αστυνομίας και Χωροφυλακής στην ενιαία ΕΛ.ΑΣ., έχει σώσει δεκάδες ανθρώπινες ζωές και είναι πάντα εκεί για να σταματήσει κάθε εγκληματία. Πολλές φορές, μάλιστα, θρήνησε μέλη της ως θύματα. «Δεν υπάρχει μέση λύση. Ή θα πέσεις ή θα πιάσεις αυτόν που κυνηγάς!» λένε αποφασιστικά οι πιο παλιοί της ομάδας.

Δημοσιογράφος συνάντησε τους «πρώτους των πρώτων» της ομάδας «Ζ» στη Νέα Σμύρνη. Ενας από τους πιο παλιούς, ο Νίκος Τσιριγιώτης, έζησε άγρια περιστατικά στον δρόμο, στην προσπάθειά του να βοηθήσει όποιον είχε ανάγκη ή να καταδιώξει εγκληματίες. Οι συνάδελφοί του τον φωνάζουν «αρχηγό», λόγω της ηγετικής φυσιογνωμίας του. Τον χαρακτηρίζουν έτσι ακόμη και σήμερα και θυμούνται: «Τα έχωνε σε όλους και δεν φοβόταν τίποτα και κανέναν. Ετσι ξεκινήσαμε να τον φωνάζουμε εσωτερικά αρχηγό»!

«Τότε ήταν άλλες εποχές»

Η ιστορία του θυμίζει… άγριο παραμύθι, καθώς η δουλειά στη νεοσύστατη υπηρεσία έγινε σύντομα η ίδια του η ζωή. «Μπήκα στην ομάδα Ζ έναν χρόνο αφότου τελείωσα τη σχολή, το 1983. Ολα μου τα χρόνια ήμουν στην ομάδα. Από εκεί πήρα σύνταξη, έπειτα από 22 χρόνια! Δεν μπορούμε να συγκρίνουμε την ομάδα Ζ τα προηγούμενα χρόνια με τη σημερινή. Τότε ήταν άλλες εποχές. Ηταν όλοι οι συνάδελφοι πιο δεμένοι, ήταν άλλες οι καταστάσεις και αλλιώς λειτουργούσαμε. Εδώ και μία δεκαετία, τα πράγματα έχουν αλλάξει. Η κατάσταση στον δρόμο ήταν πάντα δύσκολη. Τώρα, όμως, έχει αλλάξει πολύ η εγκληματικότητα, τότε ήταν πολύ διαφορετική. Τώρα, όπου και να πας, βγάζουν ένα όπλο και πυροβολούν! Απ’ ό,τι βλέπεις, δεν έχουν πρόβλημα να καθαρίσουν αστυνομικούς! Τότε το σκέφτονταν παραπάνω. Φοβόνταν περισσότερο την Αστυνομία και δεν ήθελαν να έρθουν σε αντιπαράθεση, ειδικά με τους Ζητάδες…».

Ο Νίκος Τσιριγιώτης δεν δίσταζε να μπει στη «φωτιά», παρά τους κινδύνους που απειλούσαν ακόμη και τη ζωή του. Θυμάται ακόμη τις άγριες καταδιώξεις που έκανε: «Εχω πέσει πολλές φορές από τη μηχανή. Εχω σπάσει και τα χέρια και τα πόδια μου. Με έχουν πυροβολήσει δύο φορές, τη μία ληστές που άνοιξαν την πόρτα από το φορτηγάκι τους και την άλλη ένας ψυχασθενής που χτύπαγε τη γυναίκα του. Οταν πήγαμε στο σπίτι του, άρχισε να μας βρίζει και μετά μας είπε ”έρχομαι” και βγαίνοντας έβγαλε καραμπίνα. Πονηρευτήκαμε και καλυφτήκαμε πριν βγει κι αμέσως ξεκίνησε να μας πυροβολεί! Κρυφτήκαμε πίσω από έναν κάδο και σωθήκαμε. Οι καταδιώξεις ήταν άγριες. Οποιος δεν σταματούσε σε έλεγχο ξέραμε ότι είχε κάτι να κρύψει, ή κλέφτης θα ήταν ή θα είχε ναρκωτικά. Είναι δύσκολο να πιάσεις κάποιον σε καταδίωξη. Η πιο σκληρή καταδίωξη που έχω κάνει είχε διάρκεια μισής ώρας στον Πειραιά, το 1998, για δύο άτομα που μας έκαναν… χειρονομίες! Ηταν η μεγαλύτερη καταδίωξη που έχει γίνει. Περνούσαμε ακόμη και μέσα από πλατείες! Κάποια στιγμή, τους έκλεισα μπροστά σε ένα μεζεδοπωλείο, σταμάτησαν και φυσικά συνελήφθησαν».

Η συγκίνηση είναι φανερή στο πρόσωπό του, όταν σκέφτεται τα «αδέλφια» του που χάθηκαν στο καθήκον: «Πολλοί από μας έφυγαν, είτε σε καταδιώξεις είτε σε άλλες καταστάσεις. Ο τελευταίος που σκοτώθηκε ήταν ο Παναγιώτης Δήμος το 2005, όταν κάποιος έσπρωξε τη μηχανή στο άγαλμα του Τρούμαν, λίγο πιο πάνω από το Καλλιμάρμαρο. Ενα από τα καλύτερα παιδιά… Αλλος ένας, ο Δημήτρης Κώστας, σκοτώθηκε σε καταδίωξη στην Καλλιθέα, όταν κυνηγούσε τα μέλη του Συνδικάτου Δολοφόνων, που είχαν ληστέψει το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο της Καλλιθέας».

«Φλερτ» με τον θάνατο

Σε αυτή τη δουλειά δεν μπορείς να ξέρεις αν θα γυρίσεις σπίτι σου, αναφέρει ο «πατριάρχης» της ομάδας «Ζ»: «Είχαμε αρκετές πιθανότητες εκείνα τα χρόνια να μη γυρίσουμε. Αλλά ήταν κάτι που μας άρεσε. Οταν κάνεις κάτι που μας αρέσει, δεν φοβάσαι!» λέει.

Ο Κώστας Νέζης, ένας από τους μεγαλύτερους σε ηλικία της ομάδας «Ζ», έχει σήμερα τέσσερα εγγόνια, ενώ αστυνομικοί είναι ο γιος και η νύφη του. Περιγράφει τα χρόνια που βίωσε στη μάχιμη υπηρεσία και ανάμεσα στα πολλά περιστατικά που θυμάται είναι και η εικόνα φρίκης ενός συναδέλφου του που χτυπήθηκε από ταξί, το οποίο τον εκτίναξε στο μπαλκόνι του πρώτου ορόφου μιας πολυκατοικίας!

«Ημουν στην ομάδα ”Ζ” από το 1983, σχεδόν πάντα στη νυχτερινή αλλαγή. Τουλάχιστον δέκα χρόνια έκανα καταδιώξεις μέσα στη νύχτα. Δεν ήταν όπως τώρα. Υπήρχε συναδελφική αλληλεγγύη. Οταν ήθελε βοήθεια αστυνομικός, τρέχαμε από την Κηφισιά στον Πειραιά και το αντίστροφο, σε χρόνο ρεκόρ! Πηγαίναμε παντού. Μπορεί να σχολούσαμε το πρωί, αρκετά αργότερα από την ώρα που ήταν κανονισμένο. Εμείς δεν δίναμε κλήσεις, πηγαίναμε μόνο για να βοηθήσουμε τον πολίτη. Εκείνο που μου έμεινε στη μνήμη ήταν όταν σκοτώθηκε ένας αρχιφύλακας, ο Λουπασάκης. Γυρνούσαμε βράδυ στη λεωφόρο Αμφιθέας και τον χτύπησε ένα ταξί και τον πέταξε πάνω σε ένα μπαλκόνι στον πρώτο όροφο!» αναφέρει και προσθέτει: «Είχα ζήσει τη δράση της 17 Νοέμβρη, τις βόμβες που έβαζαν στα ΜΑΤ, όπως μία φορά στο Κάραβελ, που ανατίναξαν ένα λεωφορείο και είχε σκοτωθεί ένας αστυνομικός. Οι πρώτοι που φτάσαμε και είδαμε τη φρίκη ήμασταν εμείς. Τον είχαμε βρει χτυπημένο και μετά πέθανε. Θυμάμαι επίσης όταν ήρθε στην Αθήνα ο Λεπέν, το 1986. Είχαμε αντισυγκέντρωση από αντιεξουσιαστές και είχαμε σπεύσει να βοηθήσουμε τους συναδέλφους. Εγώ είχα πέσει από τη μηχανή σε μία επίθεση. Ευτυχώς, κατάφερα και τη σήκωσα και γλίτωσα από το ξύλο που με περίμενε!».

Οι πυροβολισμοί και η γυναίκα στην Πλάκα που θα αυτοκτονούσε

Ενας άλλος «Ζητάς», ο Γιώργος Ντάλντος (φωτό), εξομολογείται ότι οι καταδιώξεις και η αδρεναλίνη που πλημμύριζε το είναι του ήταν η καθημερινότητά του:

«Κάναμε αυτό που έπρεπε να κάνουμε, αυτό για το οποίο μας πλήρωναν οι Ελληνες πολίτες. Δεν μας τράβηξε κανείς από το αυτί για να μπούμε στην υπηρεσία. Για περίπου 15 χρόνια, έχω βιώσει άγριες καταδιώξεις, αλλά μου άρεσε πάρα πολύ η δουλειά μου. Περίμενα να ξημερώσει για να πάω σε περιπολία! Αδρεναλίνη στο φουλ, πάντα σε εγρήγορση. Το 2001 ανταλλάξαμε πυροβολισμούς με έναν κακοποιό που είχε ληστέψει την Εθνική Τράπεζα στη λεωφόρο Αλεξάνδρας. Κατάφερα να τον αφοπλίσω και, ευτυχώς, δεν τραυματίστηκα. Ηταν μία επικίνδυνη περίπτωση.

Το 1992 είχα καταδιώξει ένα φορτηγάκι με πέντε άτομα, που μέσα είχε κλεμμένα μηχανάκια και περίπου μισό κιλό χασίς. Το παράδοξο ήταν ότι ο μεγαλύτερος ήταν 19 και ο μικρότερος… 13 ετών»! Ο 55χρονος θυμάται πώς κατάφερε στα τέλη της δεκαετίας του 1990 να σώσει τη ζωή μίας γυναίκας που ήθελε να αυτοκτονήσει στην Πλάκα. Μία βδομάδα πριν, είχε χάσει σε τροχαίο τον 15χρονο γιο της. Ο Γιώργος Ντάλντος έσπευσε πρώτος στο σημείο μαζί με έναν συνάδελφό του.

«Πήδηξα από το μπαλκόνι»

«Η γυναίκα δεν άνοιγε την πόρτα στον τρίτο όροφο. Έτσι, αποφάσισα να πάω στον τέταρτο όροφο και πήδηξα από το μπαλκόνι. Κρύφτηκα και κατάφερα να την πιάσω. Ευτυχώς, την έσωσα. Η γυναίκα δεν μου είπε τίποτα τότε, αλλά ο άντρας της με ευχαρίστησε. Αισθάνομαι ότι έκανα αυτό που έπρεπε να κάνω, είμαι ήσυχος. Μου είπαν τότε ”καλά, πήδηξες από τον 4ο στον 3ο όροφο;”. Η γυναίκα έπρεπε να σωθεί. Αλλωστε, γι’ αυτό μας πληρώνει το κράτος».

Υπήρχαν, όμως, και ευχάριστα περιστατικά στις καθημερινές περιπολίες.

«Κάποια στιγμή με πίεζε ένας συνάδελφος να κόψω κλήση. Ένα παλικάρι είχε περάσει με κόκκινο από το άλσος Παγκρατίου. Τον σταμάτησα, του βεβαίωσα την παράβαση και μου είπε ”Σε ευχαριστώ για το γαμήλιο δώρο μου”! Τον ρώτησα τι εννοεί και μου απάντησε πως μοίραζε τα προσκλητήρια του γάμου γιατί τον είχε «κρεμάσει» ένας ξάδερφός του. Έσκισα την κλήση του και την πέταξα στον υπόνομο!».